Greek Meaning of tidy (up)
τακτοποιημένος
Other Greek words related to τακτοποιημένος
Nearest Words of tidy (up)
Definitions and Meaning of tidy (up) in English
tidy (up)
to clean up someone else's messes
FAQs About the word tidy (up)
τακτοποιημένος
to clean up someone else's messes
Καθαρίστε το σπίτι,καθαρίζω (πάνω),διορθώνω,τακτοποιώ,Καθαρίζω (μακριά),παραγγελία,παραλαμβάνω,αστυνομία (πάνω),ευθυγραμμίζω (πάνω),καθαρισμός του σπιτιού
ακαταστασία,χάος (πάνω),αποδιοργανώνω
tidied (up) => τακτοποιημένο, tidewaters => παλίρροια, tides => Παλίρροιες, tidbits => Καλλιτεχνίες, tidal waves => Παλιρροιακά κύματα,