Greek Meaning of telegraphically

τηλεγραφικά

Other Greek words related to τηλεγραφικά

Definitions and Meaning of telegraphically in English

Wordnet

telegraphically (r)

in a short and concise manner

FAQs About the word telegraphically

τηλεγραφικά

in a short and concise manner

σύντομος,περιεκτικός,περίληψη,ξαφνικός,αφοριστικός,αμβλύς,κάψουλα,συμπαγής,περιεκτικός,Κροκαλένια

ελικοειδής,διευρυμένο,υπερβολικά ομιλητικός,περιπλάνηση,περιττός,επαναλαμβανόμενος,ταυτολογικός,φλύαρος,Ανεμώδης,μακροσκελής

telegraphical => τηλεγραφικός, telegraphic signal => Τηλεγραφικό σήμα, telegraphic => Τηλεγραφικός, telegraphese => Τηλεγραφική γλώσσα, telegrapher => τηλεγραφητής,