Greek Meaning of telegraphese
Τηλεγραφική γλώσσα
Other Greek words related to Τηλεγραφική γλώσσα
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of telegraphese
- telegrapher => τηλεγραφητής
- telegraphed => τηλεγραφημένος
- telegraph wire => Τηλεγραφικό καλώδιο
- telegraph post => Τηλεγραφικός στύλος
- telegraph pole => Στύλος τηλεγράφου
- telegraph plant => Τηλέγραφος
- telegraph operator => Τηλεγραφητής
- telegraph line => Τηλεγραφική γραμμή
- telegraph key => Τηλεγραφικός κλειδάριθμος
- telegraph form => τηλεγραφική φόρμα
- telegraphic => Τηλεγραφικός
- telegraphic signal => Τηλεγραφικό σήμα
- telegraphical => τηλεγραφικός
- telegraphically => τηλεγραφικά
- telegraphing => τηλεγράφημα
- telegraphist => Τηλεγραφητής
- telegraphone => τηλέγραφος
- telegraphoscope => Τηλέγραφος
- telegraphy => τηλεγραφία
- telehydrobarometer => Τηλεϋδροβαρόμετρο
Definitions and Meaning of telegraphese in English
telegraphese (n)
language characterized by terseness and ellipsis as in telegrams
FAQs About the word telegraphese
Τηλεγραφική γλώσσα
language characterized by terseness and ellipsis as in telegrams
No synonyms found.
No antonyms found.
telegrapher => τηλεγραφητής, telegraphed => τηλεγραφημένος, telegraph wire => Τηλεγραφικό καλώδιο, telegraph post => Τηλεγραφικός στύλος, telegraph pole => Στύλος τηλεγράφου,