Greek Meaning of prolix

υπερβολικά ομιλητικός

Other Greek words related to υπερβολικά ομιλητικός

Definitions and Meaning of prolix in English

Wordnet

prolix (a)

tediously prolonged or tending to speak or write at great length

FAQs About the word prolix

υπερβολικά ομιλητικός

tediously prolonged or tending to speak or write at great length

περιπλάνηση,κουβεντολόγος,φλύαρος,μακροσκελής,ελικοειδής,περιφραστικός,κοινωτικός,συνομιλίας,υπερβολικός,φλύαρος

αφοριστικός,σύντομος,συμπαγής,περιεκτικός,Κροκαλένια,επιγραμματικός,περιεκτικός,διδακτικός,κοντός,σύντομο

proline => Προλίνη, prolificacy => Γονιμότητα, prolific => Πολύκαρπος, proliferation => πολλαπλασιασμός, proliferate => πολλαπλασιάζομαι,