Greek Meaning of gassy
αέριος
Other Greek words related to αέριος
- αέριος
- ρητορική
- ρητορικός
- βομβαρδιστικός
- φουσκωμένος
- φουστάνι
- μεγαλοστομία
- φουσκωμένο
- ρητορικός
- Ποντιφικός
- Ανεμώδης
- φουσκωμένος
- Υψηλός
- ανθηρός
- ανθισμένος
- μεγαλοπρεπής
- υψηλοπετών
- υψηλοπετών
- υψηλόφθόγγος
- υπέροχος
- περίτεχνος
- Βομβοδιώδης
- πομπώδης
- επιτηδευμένος
- Τεχνητός
- πρησμένος
- Ογκώδης
- φλύαρος
- μακροσκελής
Nearest Words of gassy
- gast => επισκέπτης
- gaster => Στομάχι
- gasteromycete => Γαστερομύκητες
- gasteromycetes => Γαστερομύκητες
- gasterophilidae => γαστεροφορίδες
- gasterophilus => Γαστερόφιλοι
- gasterophilus intestinalis => Γαστερόφιλος ο εντερικός
- gasteropod => Γαστερόποδες
- gasteropoda => Γαστερόποδες
- gasteropodous => Γαστερόποδα
Definitions and Meaning of gassy in English
gassy (s)
resembling gas
suffering from excessive gas in the alimentary canal
gassy (a.)
Full of gas; like gas. Hence: [Colloq.] Inflated; full of boastful or insincere talk.
FAQs About the word gassy
αέριος
resembling gas, suffering from excessive gas in the alimentary canalFull of gas; like gas. Hence: [Colloq.] Inflated; full of boastful or insincere talk.
αέριος,ρητορική,ρητορικός,βομβαρδιστικός,φουσκωμένος,φουστάνι,μεγαλοστομία,φουσκωμένο,ρητορικός,Ποντιφικός
φαλακρός,άμεσο,εύγλωττος,Γεγονός,απλός,απλός,ανεπηρέαστος,μη ρητορικός,σκληρός,απλός
gassing => αεριοποίηση, gasserian => Γαγγλιο Gasseri, gassed => αεριοποιημένο, gasping => λαχανιάζοντας, gasped => λαχάνιασε,