Greek Meaning of splashiness
πιτσίλισμα
Other Greek words related to πιτσίλισμα
- λεπτότητα
- επιθυμητότητα
- επίδειξη
- επιδειξιομανία
- λάμψη
- λαμπρότητα
- Επίδειξη
- ολισθηρότητα
- γοητεία
- ένσταση
- έλξη
- Λιχουδιά
- απολαυστικότητα
- κομψότητα
- εκλεκτότητα
- γοητεία
- Ανεπίληπτος
- γοητεία
- γοητεία
- αφθονία
- Νυμφευσιμότητα
- τελειότητα
- ομορφιά
- λάμψη
- ακτινοβολία
- λαμπρότητα
- καλλίγραμμος
- ομορφιά
- υψηλόφρων (ipsifron)
- απόλαυση
- Μεγαλοπρέπεια
- υψηλότητα
- Αισθητική
- ελκυστικότητα
- Ομορφιά
- ομορφιά
- γοητεία
- ομορφιά
- γλύκα
- αισθητική
- Δικαιοσύνη
- πανουργία
- ομορφιά
- ομορφιά
- ομορφιά
- Ομορφιά
- δόξα
- ομορφιά
- εμφάνιση
- μεγαλοπρέπεια
- υπεροχή
Nearest Words of splashiness
Definitions and Meaning of splashiness in English
splashiness (n)
lack of elegance as a consequence of being pompous and puffed up with vanity
FAQs About the word splashiness
πιτσίλισμα
lack of elegance as a consequence of being pompous and puffed up with vanity
λεπτότητα,επιθυμητότητα,επίδειξη,επιδειξιομανία,λάμψη,λαμπρότητα,Επίδειξη,ολισθηρότητα,γοητεία,ένσταση
γκροτέσκο,Ασχήμια,οικειότητα,απλότητα,ασχήμια,έλλειψη ελκυστικότητας,αδυναμία,αισχος,ατέλεια,δυσάρεστος
splash-guard => Αντηρίδα, splasher => ελαφρά βροχή, splashed => πιτσιλισμένος, splashdown => προσводάτωση, splashboard => φτερό,