Greek Meaning of sublimity
υψηλόφρων (ipsifron)
Other Greek words related to υψηλόφρων (ipsifron)
- γοητεία
- ένσταση
- έλξη
- γοητεία
- επιθυμητότητα
- απολαυστικότητα
- κομψότητα
- εκλεκτότητα
- γοητεία
- γοητεία
- γοητεία
- ομορφιά
- λάμψη
- ακτινοβολία
- λαμπρότητα
- απόλαυση
- δόξα
- μεγαλοπρέπεια
- υψηλότητα
- Αισθητική
- ελκυστικότητα
- ομορφιά
- ομορφιά
- γλύκα
- αισθητική
- Δικαιοσύνη
- Ανεπίληπτος
- ομορφιά
- αφθονία
- Νυμφευσιμότητα
- τελειότητα
- ομορφιά
- ομορφιά
- λαμπρότητα
- καλλίγραμμος
- Ομορφιά
- ομορφιά
- εμφάνιση
- Μεγαλοπρέπεια
- υπεροχή
- Ομορφιά
- λεπτότητα
- Λιχουδιά
- επίδειξη
- επιδειξιομανία
- πανουργία
- λάμψη
- Επίδειξη
- ομορφιά
- ολισθηρότητα
Nearest Words of sublimity
- sublingual => υπογλώσσιος
- sublingual gland => Υπογλώσσια αδένας
- sublingual salivary gland => Υπογλώσσια σιελογόνος αδένας
- sublingual vein => φλέβα κάτω από τη γλώσσα
- subliterary => Υποδεέστερο
- sublittoral => Υπολιμενιακός
- sublunar => υποσελήνιος
- sublunary => υποσελήνιος
- subluxate => υπεξάρθρημα
- subluxation => Υπεξάρθρημα
Definitions and Meaning of sublimity in English
sublimity (n)
nobility in thought or feeling or style
FAQs About the word sublimity
υψηλόφρων (ipsifron)
nobility in thought or feeling or style
γοητεία,ένσταση,έλξη,γοητεία,επιθυμητότητα,απολαυστικότητα,κομψότητα,εκλεκτότητα,γοητεία,γοητεία
γκροτέσκο,Ασχήμια,οικειότητα,απλότητα,ασχήμια,έλλειψη ελκυστικότητας,αδυναμία,αισχος,ατέλεια,δυσάρεστος
subliminal => υποσυνείδητος, sublimely => υπέροχα, sublimed => εξυλιμένο, sublime porte => Υψηλή Πύλη, sublime => υψηλός,