Greek Meaning of unattractiveness
έλλειψη ελκυστικότητας
Other Greek words related to έλλειψη ελκυστικότητας
- Αισθητική
- ένσταση
- έλξη
- ελκυστικότητα
- ομορφιά
- ομορφιά
- γλύκα
- αισθητική
- Δικαιοσύνη
- ομορφιά
- ομορφιά
- ομορφιά
- ομορφιά
- εμφάνιση
- γοητεία
- Ομορφιά
- κομψότητα
- γοητεία
- γοητεία
- γοητεία
- ομορφιά
- υψηλόφρων (ipsifron)
- Ομορφιά
- γοητεία
- εκλεκτότητα
- λάμψη
- ακτινοβολία
- λαμπρότητα
- λαμπρότητα
- απόλαυση
- δόξα
- μεγαλοπρέπεια
- υψηλότητα
Nearest Words of unattractiveness
- unattributable => μη αποδιδόμενο
- unau => Ούνο
- unaudienced => ανέκφραστος
- unauspicious => δυσμενής
- unauthentic => μη αυθεντικός
- unauthorised => μη εξουσιοδοτημένο
- unauthorize => Μη εξουσιοδοτημένος
- unauthorized => μη εξουσιοδοτημένος
- unauthorized absence => Αδικαιολόγητη απουσία
- unavailability => μη διαθεσιμότητα
Definitions and Meaning of unattractiveness in English
unattractiveness (n)
an ugliness of appearance that is not appealing to viewers
FAQs About the word unattractiveness
έλλειψη ελκυστικότητας
an ugliness of appearance that is not appealing to viewers
γκροτέσκο,Ασχήμια,οικειότητα,απλότητα,απωθητικότητα,ασχήμια,αδυναμία,αισχος,δυσάρεστος,φρικτότητα
Αισθητική,ένσταση,έλξη,ελκυστικότητα,ομορφιά,ομορφιά,γλύκα,αισθητική,Δικαιοσύνη,ομορφιά
unattractively => μη ελκυστικός, unattractive => μη ελκυστικός, unattired => αδιάφορα, unattire => γδύνομαι, unattentive => απρόσεκτος,