Greek Meaning of sinisterly

κακόβουλα

Other Greek words related to κακόβουλα

Definitions and Meaning of sinisterly in English

Webster

sinisterly (adv.)

In a sinister manner.

FAQs About the word sinisterly

κακόβουλα

In a sinister manner.

απειλητικός,δυσοίωνος,κακόβουλος,άχαρος,σκοτεινός, -ή, -ό,σκοτείνιασμα,καταθλιπτικός,καταθλιπτικός,έρημος,φρικτός

καλοήθης,φωτεινό,ενθαρρυντικός,ευνοϊκή,χρυσός,ελπιδοφόρος,ελπιδοφόρος,Ευημερούσα,ακίνδυνος,Ευχάριστος

sinister-handed => αριστερόχειρας, sinister => ζοφερός, sinigrin => Σινιγρίνη, sinicism => σινικισμός, sinical => Ειρωνικός,