Greek Meaning of seminal
seminal
Other Greek words related to seminal
- αυθεντικός
- κριτική
- καινοτομικός
- ιστορικός
- σημαντικός
- επιδραστικός
- μεγάλος
- Καθοριστικής σημασίας
- κεντρικός
- κρίσιμος
- διακριτικός
- εξαίρετος
- ουσιαστικός
- γεγονός γεμάτο γεγονότα
- κλειδί
- ουσιαστικό
- σημαντικός
- μνημειακός
- πολύς
- αξιοσημείωτος
- αξιόλογος
- πρωτότυπο
- Εξαιρετικός
- κρίσιμος
- περίβλεπτος
- εξέχων
- αξιοσημείωτος
- σημαντικός
- στρατηγικός
- ουσιαστικός
- πολύτιμος
- Ζωτικός
- μεγάλος
- συνεπακόλουθος
- αποφασιστικός
- Σεισμικός
- εξέχον
- Εξαιρετικός.
- διάσημος
- μοιραίος
- μοιραίος
- μεγάλος, καταπληκτικός
- διαπρεπής
- εντυπωσιακός
- υλικό
- ευγενής
- διαβόητος
- εξέχων
- Διάσημος
- Τεκτονικός
- οραματιστής
- βαρύς
- αξίζει τον κόπο
- άξιος
Nearest Words of seminal
Definitions and Meaning of seminal in English
seminal (a)
pertaining to or containing or consisting of semen
seminal (s)
containing seeds of later development
seminal (a.)
Pertaining to, containing, or consisting of, seed or semen; as, the seminal fluid.
Contained in seed; holding the relation of seed, source, or first principle; holding the first place in a series of developed results or consequents; germinal; radical; primary; original; as, seminal principles of generation; seminal virtue.
seminal (n.)
A seed.
FAQs About the word seminal
Definition not available
pertaining to or containing or consisting of semen, containing seeds of later developmentPertaining to, containing, or consisting of, seed or semen; as, the sem
αυθεντικός,κριτική,καινοτομικός,ιστορικός,σημαντικός,επιδραστικός,μεγάλος,Καθοριστικής σημασίας,κεντρικός,κρίσιμος
Ασημαντος,ασήμαντος,ασήμαντος,μικρός,ανήλικος,αμελητέος,ασαφής,ελαφρύ,μικρός,ασήμαντος
semina => σπόροι, semimute => ημίλαλος, semimonthly => ημιμηνιαίο, semiminor axis => Ημιαξονα, semimetallic => Ημικομμεταλλικός,