Greek Meaning of retreated (from)

αποσύρθηκε από

Other Greek words related to αποσύρθηκε από

Definitions and Meaning of retreated (from) in English

retreated (from)

No definition found for this word.

FAQs About the word retreated (from)

αποσύρθηκε από

αποκόβω,δραπέτευσε,παραδίδονται,χωρισμένος (από),Απογειώθηκε (από),Αποσύρθηκε από.,παραδόθηκε,απορριφθεί,πεταμένος,πέταξε

είχε,πραγματοποιήθηκε,κράτησε,υπό ιδιοκτησία,δαιμονισμένος,ανακτημένο,κρατημένος,Διατηρημένα,κατεχόμενος,αποθηκευμένο

retreat (from) => υποχωρώ (από), retransfer => επαναμεταφορά, retrained => επανεκπαιδευμένος, retracts => αποσύρει, retractions => ανακλήσεις,