Greek Meaning of retracts
αποσύρει
Other Greek words related to αποσύρει
Nearest Words of retracts
- retrained => επανεκπαιδευμένος
- retransfer => επαναμεταφορά
- retreat (from) => υποχωρώ (από)
- retreated (from) => αποσύρθηκε από
- retreating (from) => υποχώρηση (από)
- retreats => υποχωρήσεις
- retreats (from) => υποχωρεί (από)
- retrofitting => Ανακαίνιση
- retrogressed => αντιδραστικός
- retrogressing => οπισθοδρομικός
Definitions and Meaning of retracts in English
retracts
to draw or pull back, to draw or pull back or in, to recant or disavow something, disavow, take back, withdraw, to draw back or in, to withdraw (as an offer, a statement, or a claim)
FAQs About the word retracts
αποσύρει
to draw or pull back, to draw or pull back or in, to recant or disavow something, disavow, take back, withdraw, to draw back or in, to withdraw (as an offer, a
αντιφάσκει,αρνείται,αποκηρύσσει,εγκαταλείπει,αποκηρύσσει,αποσύρεται,διαψεύδει,εγκαταλείπει,αποκηρύσσει,αμφισβητεί
αναγνωρίζει,ισχυρίζεται,αξιώσεις,επιβεβαιώνει,Ισχυρίζεται,δηλώνει,υπερασπίζεται,διατηρεί,διακηρύσσει,κράτη
retractions => ανακλήσεις, retouched => επιδιορθωμένο, retooling => επανεξοπλισμός, retooled => Επανεξοπλισμένος, retook => ανακατέλαβε,