Greek Meaning of reaccepted

επαναδεκτός

Other Greek words related to επαναδεκτός

Definitions and Meaning of reaccepted in English

reaccepted

to accept (someone or something) again

FAQs About the word reaccepted

επαναδεκτός

to accept (someone or something) again

προσχώρησε,συμφώνησε,υιοθετημένος,απολογούσε,συμφωνήθηκε,αποδεκτό,ενέκρινε,εγκεκριμένος,διατήρησε,συμφώνησε

απαράβατος,Απέφευξε,αρνήθηκε,απαρνήθηκε,αποκήρυξε,αποκηρυγμένος,ανακάλεσε,απορριφθείς,απορριπτόμενος,παραιτήθηκε

reaccept => επαναδέχομαι, razzes => πειράζει, razzed => πείραξε, rays => ακτίνες, rawhiding => ακατέργαστο δέρμα,