Greek Meaning of providentially
σωτήρια
Other Greek words related to σωτήρια
- τυχαίος
- τυχερός
- χαρούμενος
- τυχερός
- κατάλληλος
- ευνοϊκή
- τυχαίος
- τυχερός
- ουράνιος
- κατάλληλος
- ελπιδοφόρος
- απροσδόκητος
- τυχαίο
- ευνοϊκός
- Ευχάριστος
- επωφελής
- καλοήθης
- φωτεινό
- ευκαιρία
- ενθαρρυντικός
- δίκαιο
- χρυσός
- καλός
- ενθαρρυντικός
- ελπιδοφόρος
- Κερδοφόρος
- ευνοϊκός
- εποχιακός
- τυχαία
- έγκαιρος
- απρόβλεπτο
- απρόβλεπτος
Nearest Words of providentially
Definitions and Meaning of providentially in English
providentially (r)
in a fortunately providential manner
in a providential manner; as determined by providence
in a prudent manner
FAQs About the word providentially
σωτήρια
in a fortunately providential manner, in a providential manner; as determined by providence, in a prudent manner
τυχαίος,,τυχερός,χαρούμενος,τυχερός,κατάλληλος,ευνοϊκή,τυχαίος,τυχερός,ουράνιος
προβλεπόμενος,δυστυχισμένος,άτυχος,άτυχος,δυστυχισμένος,άτυχος,άκαιρος,αναμενόμενος,καταστροφικός,εσκεμμένος
providential => θεόσταλτος, provident => προνοητικός, providence => πρόνοια, provide => παρέχειν, proverbs => παροιμίες,