Greek Meaning of serendipitous
τυχαία
Other Greek words related to τυχαία
- τυχαίο
- ευκαιρία
- τυχαίος
- κατάλληλος
- χαρούμενος
- κατάλληλος
- έγκαιρος
- απροσδόκητος
- απρόβλεπτο
- ευνοϊκός
- Ευχάριστος
- επωφελής
- καλοήθης
- ενθαρρυντικός
- ευνοϊκή
- καλός
- ενθαρρυντικός
- ελπιδοφόρος
- ελπιδοφόρος
- ευνοϊκός
- εποχιακός
- απρόβλεπτος
- φωτεινό
- δίκαιο
- τυχαίος
- τυχερός
- τυχερός
- χρυσός
- Ήρεμος
- ουράνιος
- τυχερός
- Κερδοφόρος
- θεόσταλτος
Nearest Words of serendipitous
Definitions and Meaning of serendipitous in English
serendipitous (s)
lucky in making unexpected and fortunate discoveries
FAQs About the word serendipitous
τυχαία
lucky in making unexpected and fortunate discoveries
τυχαίο,ευκαιρία,τυχαίος,κατάλληλος,χαρούμενος,κατάλληλος,έγκαιρος,απροσδόκητος,απρόβλεπτο,ευνοϊκός
αναμενόμενος,εσκεμμένος,αναμενόμενος,προβλεπόμενος,ενοχλητικός,ακατάλληλος,εκούσιος,προγραμματισμένη,ανώμαλος,άκαιρος
serenate => σερενάτα, serenata => σερενάτα, serenading => σερενάτα, serenader => σερεναδόρος, serenaded => | σερενάτα,