Greek Meaning of sere
ξερός
Other Greek words related to ξερός
- λούστηκα
- υγρός
- υγρός
- στάζει
- υγρός
- υγρός
- κορεσμένος
- βρεγμένος
- βρεγμένος
- Απορροφητικός
- πλυμένο
- βρεγμένος
- πλημμυρισμένος
- Μουσκέματος
- πνιγμένος
- πλημμυρισμένος
- μούλιασμα
- μουσκεμένος
- βυθισμένος
- ποτισμένος
- υγρικός
- Υδαρής
- κατακλύζω
- έβρεξε
- βρεγμένο
- ενυδατωμένος
- πλημμυρισμένος
- υπερχειλισμένος
- σάλτσα
- βυθισμένος
Nearest Words of sere
Definitions and Meaning of sere in English
sere (s)
(used especially of vegetation) having lost all moisture
sere (a.)
[OE. seer, AS. sear (assumed) fr. searian to wither; akin to D. zoor dry, LG. soor, OHG. sor/n to to wither, Gr. ay`ein to parch, to dry, Skr. /ush (for sush) to dry, to wither, Zend hush to dry.
Dry; withered. Same as Sear.
sere (n.)
Claw; talon.
FAQs About the word sere
ξερός
(used especially of vegetation) having lost all moisture[OE. seer, AS. sear (assumed) fr. searian to wither; akin to D. zoor dry, LG. soor, OHG. sor/n to to wit
άνυδρος,Έρημος,ερημικός,ξηρός,ξηρός,Διψασμένος,άνυδρος,ψημένο,Ξεκρός,αφυδατωμένος
λούστηκα,υγρός,υγρός,στάζει,υγρός,υγρός,κορεσμένος,βρεγμένος,βρεγμένος,Απορροφητικός
serdica => Σερδική, serbonian => σερβόνιος, serbo-croatian => σερβοκροατικά, serbo-croat => σερβοκροάτικα, serbian => σερβικός,