Greek Meaning of waterless
άνυδρος
Other Greek words related to άνυδρος
- υγρός
- υγρός
- στάζει
- υγρός
- υγρός
- κορεσμένος
- Απορροφητικός
- Υδαρής
- βρεγμένος
- πλημμυρισμένος
- λούστηκα
- Μουσκέματος
- πνιγμένος
- πλημμυρισμένος
- υπερχειλισμένος
- βρεγμένος
- μούλιασμα
- βρεγμένος
- μουσκεμένος
- βυθισμένος
- πλυμένο
- ποτισμένος
- υγρικός
- κατακλύζω
- έβρεξε
- βρεγμένο
- ενυδατωμένος
- πλημμυρισμένος
- σάλτσα
- βυθισμένος
Nearest Words of waterless
Definitions and Meaning of waterless in English
waterless (s)
lacking sufficient water or rainfall
waterless (a.)
Destitute of water; dry.
FAQs About the word waterless
άνυδρος
lacking sufficient water or rainfallDestitute of water; dry.
άνυδρος,ξηρός,σοτάρω,Διψασμένος,Έρημος,ερημικός,ξηρός,ξερός,στεγνώνω στον αέρα,ψημένο
υγρός,υγρός,στάζει,υγρός,υγρός,κορεσμένος,Απορροφητικός,Υδαρής,βρεγμένος,πλημμυρισμένος
waterleaf family => Οικογένεια γλιστρίδων, waterleaf => Νεροκόρδα, waterlandian => waterlandian, waterlander => Κιρκίρι, water-laid => ίζημα ύδατος,