Greek Meaning of niching
Διαμόρφωση θέσης στην αγορά
Other Greek words related to Διαμόρφωση θέσης στην αγορά
- συναρμολόγηση
- χειροκροτήματα
- συλλογή
- κρύβεται
- ίδρυση
- πλαταγίζοντας
- εντοπισμός
- προσανατολιστικός
- Πλάνκινγκ
- φύτευση
- αφήνω να πέσει
- παχουλός
- χαστούκι
- πλονκινγκ
- τσίμπωμα
- προσάρτηση
- αγκύρωση
- πρόσδεση
- φέροντας
- κλείδωμα
- μετακινούμενο
- στάθμευση
- Τοποθέτηση στην αγορά
- αναδιάταξη
- κατακάθιση
- μετατόπιση
- κολλώδης
- σφήνωση
- χοροπηδώντας
- πέταγμα
- Αναδιατάκτωση
- εντοπίζοντας
- εκθρόνιση
- κατάθεση
- Διάθεση
- τοποθετώντας
- επιδιόρθωση
- τοποθέτηση
- διαμονή
- τοποθέτηση
- θέση
- ρύθμιση
- ρύθμιση
Nearest Words of niching
Definitions and Meaning of niching in English
niching
a habitat that contains the things necessary for a particular plant or animal to live, a place, employment, status, or activity for which a person or thing is best fitted, the ecological role of an organism in a community especially in regard to food consumption, something (such as a sheltered or private space) that resembles a recess in a wall, a specialized market, a recess in a wall especially for a statue, crater, the part that a particular living thing plays in an ecological community, a place, use, or work for which a person is best fitted, to place in or as if in a niche (see niche entry 1), a hollowed-out place in a wall especially for a statue, a habitat supplying the factors necessary for the existence of an organism or species
FAQs About the word niching
Διαμόρφωση θέσης στην αγορά
a habitat that contains the things necessary for a particular plant or animal to live, a place, employment, status, or activity for which a person or thing is b
συναρμολόγηση,χειροκροτήματα,συλλογή,κρύβεται,ίδρυση,πλαταγίζοντας,εντοπισμός,προσανατολιστικός,Πλάνκινγκ,φύτευση
Απομάκρυνση,λήψη,µετακόμιση,μετατοπίζοντας,αντικαθιστώντας,εξορία,εκτόπιση,αντικατάσταση,υπερισχύων
niches => κόγχες, nice-nellyism => Καλό κορίτσι, nice-nelly => καλή-νελλύ, nice nelly => Ωραία Νέλι, nibs => άκρες,