FAQs About the word nickered

χρεμέτισε

pound entry 1 sense 2a, the cry of a horse, neigh, whinny

χλιμίντρισε,χλιμίντρησε,ψάθινο

No antonyms found.

nicked (at) => χαραγμένο (σε), nick (at) => Νίκος (Nikos), niching => Διαμόρφωση θέσης στην αγορά, niches => κόγχες, nice-nellyism => Καλό κορίτσι,