Greek Meaning of hyperefficient
εξαιρετικά αποδοτικός
Other Greek words related to εξαιρετικά αποδοτικός
- επαρκής
- ικανός
- αποδοτικός
- ικανός
- Ικανός
- πειστικός
- αποτελεσματικός
- πρόσφορο
- αποτελεσματικός
- έμπειρος
- ειδικός
- καρποφόρος
- λειτουργικός
- Δυνατός
- εξασκηθείς
- παραγωγικός
- επιδέξιος
- επιδέξιος
- επιδέξιος
- εξαιρετικά αποδοτικό
- επιτευχθείς
- ενεργός
- πειστικός
- ολοκληρωμένος
- δυναμικός
- Εφικτό
- Λειτουργικός
- αριστοτεχνικά
- Πρακτικός
- ασκήθηκε
- υλοποιήσιμη
- ήχος
- εντυπωσιακός
- λέγοντας
- χρηστικό
- χρηστικό
- χρήσιμος
- έγκυρος
- έμπειρος
- Βετεράνος
- βιρτουόζος
- εφικτό
- άκαρπος
- ανίκανος
- αναποτελεσματικός
- αναποτελεσματικός
- αναποτελεσματικός
- ανενεργός
- μη παραγωγικός
- άχρηστος
- αποβολέα
- αντενδεδειγμένος
- άδειος
- ανώφελο
- κούφιος
- αδρανής
- ανίκανος
- άπειρος
- άκαρπος
- ασύμφορος
- ανειδίκευτος
- ανειδίκευτος
- ανεπιτυχής
- μάταιος
- μάταιο
- Άπειρος
- ανενεργός
- άχρηστος
- μάταιος
- άνοστος
- άτεχνος
- άχρηστος
Nearest Words of hyperefficient
- hyperconsciousness => Υπε συνείδηση
- hyperconscious => υπερσυνείδητος
- hypercautious => υπερβολικά προσεκτικός
- hyperboles => υπερβολή
- hyperawareness => Υπερευνόηση
- hyperaware => Υπερενήμερος
- hyperarid => υπερξηρός
- hyperalert => Υπερεγερτικός
- hyperaggressiveness => Υπερ-επιθετικότητα
- hyperaggressive => υπερ-επιθετικός
- hyperemotional => Υπερβολικά συναισθηματικός
- hyperexcitable => υπερεγέρσιμος
- hyperexcited => υπερδιεγερμένος
- hyperfastidious => υπερβολικά σχολαστικός
- hyperintellectual => υπερδιανοούμενος
- hyperintelligent => υπερευφυής
- hypermasculine => Υπεράνδρας
- hypermnesia => Υπερμνησία
- hypersensitiveness => υπερευαισθησία
- hypertense => Υπερτασικός
Definitions and Meaning of hyperefficient in English
hyperefficient
extremely efficient
FAQs About the word hyperefficient
εξαιρετικά αποδοτικός
extremely efficient
επαρκής,ικανός,αποδοτικός,ικανός,Ικανός,πειστικός,αποτελεσματικός,πρόσφορο,αποτελεσματικός,έμπειρος
άκαρπος,ανίκανος,αναποτελεσματικός,αναποτελεσματικός,αναποτελεσματικός,ανενεργός,μη παραγωγικός,άχρηστος,αποβολέα,αντενδεδειγμένος
hyperconsciousness => Υπε συνείδηση, hyperconscious => υπερσυνείδητος, hypercautious => υπερβολικά προσεκτικός, hyperboles => υπερβολή, hyperawareness => Υπερευνόηση,