Greek Meaning of hyperexcited
υπερδιεγερμένος
Other Greek words related to υπερδιεγερμένος
- ταραγμένος
- ενθουσιασμένος
- θερμαινόμενο
- αλλοπρόσαλλος
- Υπερκινητικός
- υπερδιεγερμένος
- υπερβολικός
- ανήσυχος
- μυρμήγκιασμα
- Πυρετώδης
- φρενήρης
- νευρικός
- υπερ
- αγχωμένος
- Υπερδραστήριος
- ταραγμένος
- ανήσυχος
- αναστατωμένος
- Καθηλωμένος
- αναμμένος
- ταραγμένος
- τρεμάμενος
- διστακτικός
- αιχμηρός
- θυμωμένος
- ενθουσιασμένος
- ανήσυχος
- νευρικός
- θαρραλέος
- τεταμένος
- ανήσυχος
- ανήσυχος
- ενσύρματο
Nearest Words of hyperexcited
- hyperexcitable => υπερεγέρσιμος
- hyperemotional => Υπερβολικά συναισθηματικός
- hyperefficient => εξαιρετικά αποδοτικός
- hyperconsciousness => Υπε συνείδηση
- hyperconscious => υπερσυνείδητος
- hypercautious => υπερβολικά προσεκτικός
- hyperboles => υπερβολή
- hyperawareness => Υπερευνόηση
- hyperaware => Υπερενήμερος
- hyperarid => υπερξηρός
- hyperfastidious => υπερβολικά σχολαστικός
- hyperintellectual => υπερδιανοούμενος
- hyperintelligent => υπερευφυής
- hypermasculine => Υπεράνδρας
- hypermnesia => Υπερμνησία
- hypersensitiveness => υπερευαισθησία
- hypertense => Υπερτασικός
- hyperventilated => Υπεραερίζεται
- hyperventilating => υπεραερισμός
- hypervigilant => υπερβολική επαγρύπνηση
Definitions and Meaning of hyperexcited in English
hyperexcited
extremely or excessively excited, characterized by unusual or excessive excitement
FAQs About the word hyperexcited
υπερδιεγερμένος
extremely or excessively excited, characterized by unusual or excessive excitement
ταραγμένος,ενθουσιασμένος,θερμαινόμενο,αλλοπρόσαλλος,Υπερκινητικός,υπερδιεγερμένος,υπερβολικός,ανήσυχος,μυρμήγκιασμα,Πυρετώδης
Ήρεμος,συλλεγέν,συντεθειμένος,κουλ,ήρεμος,Γαλήνιος,ήρεμος,άενοχλητος,ατάραχος,ανήσυχος
hyperexcitable => υπερεγέρσιμος, hyperemotional => Υπερβολικά συναισθηματικός, hyperefficient => εξαιρετικά αποδοτικός, hyperconsciousness => Υπε συνείδηση, hyperconscious => υπερσυνείδητος,