Greek Meaning of hosing (down)
πότισμα
Other Greek words related to πότισμα
- συκοφαντικός
- Πρωινό δροσοσταλάγματα
- Απόσβεση
- κατακλυσμιαίος
- πλημμύρα
- ενυδατικό
- πλημμυρίζων
- ψέκασμα
- υγρασία
- υπερχειλίζων
- ντους
- ράντισμα
- βρέξιμο
- ενυδατικός
- ενυδατικός
- βρέξιμο
- λουτρό
- ατημέλητος
- απόσβεση
- ραβδοσκοπία
- βροχή
- πνιγμός.
- άρδευση
- ξέπλυμα
- κορεστικός
- μούλιασμα
- βυθιζόμενος
- Πλύσιμο
- πότισμα
- βρεγμένος
- πλημμύρα
- Υδατοπνιγμός
- μούλιασμα
- βούτηγμα
- κατάσβεση
- Κάμπτω
- έκπλυση
- στοργικός
- πλύσιμο
- άλμη
- πιτσίλισμα
- κάρφωμα
- ενυδατικό
- τσίμπημα
- έγχυση
Nearest Words of hosing (down)
- hospices => οίκοι ευγηρίας
- hospitalist => Νοσοκομειακός ιατρός
- hospitalists => Νοσοκομειακοί γιατροί
- hospitalized => νοσηλευόμενος
- hospitalizing => νοσηλεία
- hospitals => νοσοκομεία
- hostelers => φιλοξενούμενοι σε πανσιόν
- hostellers => φοιτητές εστιών
- hostelries => πανδοχεία
- hostels => ξενώνες νεότητας
Definitions and Meaning of hosing (down) in English
hosing (down)
No definition found for this word.
FAQs About the word hosing (down)
πότισμα
συκοφαντικός,Πρωινό δροσοσταλάγματα,Απόσβεση,κατακλυσμιαίος,πλημμύρα,ενυδατικό,πλημμυρίζων,ψέκασμα,υγρασία,υπερχειλίζων
αποξηραίνω,ξήρανση,εξατμιζόμενος,στάχτες,καυτός,καυστικός,αφυδατωτικός,Αφυδάτωση,Λυοφιλοποίηση,στύψιμο
hosing => σωλήνας, hoses => Σωλήνες, hosed => έριξα νερό, hose (down) => ποτίζω, horsing around => Κάνοντας αστειάκια,
![rightside-image](https://ezeedictionary.com/assests/images/rightside.gif)
![rightside](https://ezeedictionary.com/assests/images/rightside.gif)