Greek Meaning of aspersing

συκοφαντικός

Other Greek words related to συκοφαντικός

Definitions and Meaning of aspersing in English

Webster

aspersing (p. pr. & vb. n.)

of Asperse

FAQs About the word aspersing

συκοφαντικός

of Asperse

κριτική,δυσφήμηση,δυσφήμηση,συκοφαντία,δυσφήμηση,δυσφήμιση,Κακοποίηση,μαύρισμα,Συκοφαντία,μομφή

εκδήλωση θαυμασμού,χειροκροτήματα,επαίνους,εκτίμηση,τιμή,Έπαινος,σεβασμός,τιμή,λατρεία,κολακεία

asperser => Ποτιστήρι, aspersed => διαβρεγμένος, asperse => συκοφαντώ, asperous => τραχύς, asperne => ασπιρίνη,