Greek Meaning of aspersed
διαβρεγμένος
Other Greek words related to διαβρεγμένος
- εξευτελισμένος
- ταπεινωμένος
- δυσφήμισε
- Δυσφημήθηκε
- δυσφημημένος
- λερωμένος
- μαυρισμένος
- δυσφημισμένος
- Υποβαθμισμένο
- μειωμένος
- εκτεθειμένος
- υποτιμημένος
- ντροπιασμένος
- συκοφαντημένος
- συκοφαντημένος
- υποτιμούσε
- συκοφαντηθεί
- κατευνασμένος
- αποσπασμένος
- περιφρονω
- ατιμασμένος
- ταπεινός
- περιφρονημένος
- μεταφρασμένο
Nearest Words of aspersed
Definitions and Meaning of aspersed in English
aspersed (imp. & p. p.)
of Asperse
aspersed (a.)
Having an indefinite number of small charges scattered or strewed over the surface.
Bespattered; slandered; calumniated.
FAQs About the word aspersed
διαβρεγμένος
of Asperse, Having an indefinite number of small charges scattered or strewed over the surface., Bespattered; slandered; calumniated.
εξευτελισμένος,ταπεινωμένος,δυσφήμισε,Δυσφημήθηκε,δυσφημημένος,λερωμένος,μαυρισμένος,δυσφημισμένος,Υποβαθμισμένο,μειωμένος
χειροκρότησε.,επαινέθηκε,υψηλός,δοξασμένος,τιμώμενος,επαίνεσε,σεβαστός,αποθεωμένος,θαυμαστός,σεβαστός
asperse => συκοφαντώ, asperous => τραχύς, asperne => ασπιρίνη, aspermous => ασπερματικός, aspermatous => ασπερμικός,