Greek Meaning of libeling

δυσφήμηση

Other Greek words related to δυσφήμηση

Definitions and Meaning of libeling in English

Webster

libeling (p. pr. & vb. n.)

of Libel

FAQs About the word libeling

δυσφήμηση

of Libel

συκοφαντία,συκοφαντία,Κακοποίηση,μαύρισμα,Συκοφαντία,μομφή,περιφρόνηση,κριτική,δυσφήμηση,δυσφήμηση

εκδήλωση θαυμασμού,χειροκροτήματα,επαίνους,εκτίμηση,τιμή,Έπαινος,σεβασμός,τιμή,κολακεία,Λατρεία

libeler => συκοφάντης, libeled => δυσφήμισε, libelant => ενάγων, libel => συκοφαντία, libber => Φιλελεύθερος,