Greek Meaning of bedewing

Πρωινό δροσοσταλάγματα

Other Greek words related to Πρωινό δροσοσταλάγματα

Definitions and Meaning of bedewing in English

Webster

bedewing (p. pr. & vb. n.)

of Bedew

FAQs About the word bedewing

Πρωινό δροσοσταλάγματα

of Bedew

απόσβεση,Απόσβεση,έκπλυση,υγρασία,ξέπλυμα,Πλύσιμο,βρέξιμο,λουτρό,βούτηγμα,βροχή

ξήρανση,αφυδατωτικός,καυτός,καυστικός,Αφυγραντήρας,αποξηραίνω,στάχτες

bedewer => Μπέντιβέρ, bedewed => Ντυμένο με δροσιά, bedew => βρέχει, bedevilment => ταλαιπωρία, bedevilling => μπερδευτικός,