Greek Meaning of heart-stopping
καθηλωτικός
Other Greek words related to καθηλωτικός
- συναρπαστικός
- συναρπαστικός
- ενδιαφέρον
- συναρπαστικός
- Ηλεκτρικός
- ηλεκτριστικό
- exhilarating
- συναρπαστικός
- γαλβανικός
- γαλβανισμός
- συναρπαστικός
- ανατριχιαστικός
- εμπνευσμένος
- μεθυστικός
- συναρπαστικό
- Εκτός τόπου
- εκπληκτικός
- προκλητικός
- εκκωφαντικός
- διεγερτικός
- απορροφητικός
- συναρπαστικός
- φορτισμένος
- δυναμικός
- μαγευτικός
- απορροφητικός
- συναρπαστικός
- υψηλής τάσης
- ζωηρός
- εκπληκτικό
- μετακινούμενο
- συγκινητικός
- συναρπαστικό
- μαγευτικός
- διεγερτικό
- Ανάδευση
- δελεαστικός
- διεγερτικός
- συγκινητικός
- αναζωογονητικός
- κλωτσάω
Nearest Words of heart-stopping
Definitions and Meaning of heart-stopping in English
heart-stopping
extremely shocking or exciting
FAQs About the word heart-stopping
καθηλωτικός
extremely shocking or exciting
συναρπαστικός,συναρπαστικός,ενδιαφέρον,συναρπαστικός,Ηλεκτρικός,ηλεκτριστικό,exhilarating,συναρπαστικός,γαλβανικός,γαλβανισμός
βαρετό,κουραστικό,κουραστικός,Ανιαρός,Θλιβερός,βαρετό,βαρετός,μονότονος,ανιαρό,ναρκωτικός
heartsore => Υγεία καρδιά, hearthstones => εστίες, hearths => εστίες, heart-free => ξέγνοιαστος, heartens => ενθαρρύνει,