Greek Meaning of hair-raising

ανατριχιαστικός

Other Greek words related to ανατριχιαστικός

Definitions and Meaning of hair-raising in English

Wordnet

hair-raising (s)

extremely alarming

FAQs About the word hair-raising

ανατριχιαστικός

extremely alarming

φοβερός,τρομακτικό,φρικτός,τρομακτικός,φοβερός,τρομακτικός,ανησυχητικός,ανατριχιαστικός,φρικτός,φρικτός

καταπραϋντικός,ελπιδοφόρος,παρηγορητικός,ελκυστικό ,καθησυχαστικός,χαλαρωτικό,κατευναστικός,καταπραϋντικό,χαλαρωτικό,κατευναστικός

hair-raiser => Ανατριχιαστική, hairpin bend => Πεταλοειδής καμπύλη, hairpin => φουρκέτα, hairpiece => τούφα, hairnet => δίχτυ μαλλιών,