Greek Meaning of high-voltage
υψηλής τάσης
Other Greek words related to υψηλής τάσης
- δυναμικός
- Ηλεκτρικός
- μαγευτικός
- Ενεργητικός
- συναρπαστικός
- κινητικός
- ζωηρός
- μαγευτικός
- απορροφητικός
- ηλεκτριστικό
- απορροφητικός
- συναρπαστικός
- γαλβανικός
- συναρπαστικός
- ενδιαφέρον
- σφριγηλός
- μετακινούμενο
- συγκινητικός
- προκλητικός
- συναρπαστικό
- δελεαστικός
- συγκινητικός
- συναρπαστικός
- συναρπαστικός
- συναρπαστικός
- exhilarating
- αναζωογονητικός
- γαλβανισμός
- καθηλωτικός
- εμπνευσμένος
- μεθυστικός
- συναρπαστικό
- κλωτσάω
- Εκτός τόπου
- εκπληκτικός
- εκκωφαντικός
- διεγερτικός
- συναρπαστικός
- διεγερτικός
Nearest Words of high-voltage
- high-warp loom => Υψηλός αργαλειός παραμόρφωσης
- highwater => πλημμύρα
- high-water mark => υψηλό σημείο της παλίρροιας
- highway => Αυτοκινητόδρομος
- highway code => Κώδικας οδικής κυκλοφορίας
- highway engineer => Μηχανικός αυτοκινητοδρόμων
- highway system => Αυτοκινητόδρομοι
- highwayman => Ληστής
- highwaymen => ληστές
- high-wrought => Εξεζητημένος
Definitions and Meaning of high-voltage in English
high-voltage (s)
operating on or powered by a high voltage
vigorously energetic or forceful
FAQs About the word high-voltage
υψηλής τάσης
operating on or powered by a high voltage, vigorously energetic or forceful
δυναμικός ,Ηλεκτρικός,μαγευτικός,Ενεργητικός,συναρπαστικός,κινητικός,ζωηρός,μαγευτικός,απορροφητικός,ηλεκτριστικό
βαρετό,βαρετό,κουραστικό,κουραστικός,Ανιαρός,Θλιβερός,βαρετός,ναρκωτικός,μονότονος,ανιαρό
high-vitamin diet => Διατροφή υψηλής περιεκτικότητας σε βιταμίνες, high-velocity => υψηλής ταχύτητας, high-up => υψηλόβαθμος, highty-tighty => αλαζόνας, high-topped => Υψηλά,