Greek Meaning of forayed (into)

(εκστρατεύω σε)

Other Greek words related to (εκστρατεύω σε)

Definitions and Meaning of forayed (into) in English

forayed (into)

No definition found for this word.

FAQs About the word forayed (into)

(εκστρατεύω σε)

εισέβαλε,επιδρομή,επιτέθηκε,κυρίαρχος,κατειλημμένος,κατακλύζω,κατεστραμμένο,κατακτημένος,επιτέθηκε,επιτεθεί

υπερασπίστηκε,Φρουρούμενος,αντίθετο,προστατευμένο,προστατευμένος,προστατευμένο,υποτελής (σε),αντιστάθηκε,άντεξε,παραχωρηθείς (σε) [para.cho.ri.thís (se)]

forayed => επιδρομή, foray (into) => Επιδρομή (σε), foraging (for) => αναζήτηση τροφής (για), foraged (for) => αναζήτηση (τροφής), forage (for) => ψάχνω,