Greek Meaning of for the birds
για τα πουλιά
Other Greek words related to για τα πουλιά
- παράλογο
- τρελός
- γελοίος
- κωμικός
- χλευαστικός
- φανταστικός
- Φανταστικός
- φαρσικός
- απίστευτος
- τρελός
- παράλογος
- αστείος
- γελοίο
- Γελοίος
- παράλογος
- γαϊδουρινό
- χλιαρός
- ανόητος
- τρελός
- στραβός
- κούκος
- ειρωνικός
- κουκκιδωτός
- Τραβηγμένο από τα μαλλιά
- μισοβρασμένο
- ανοησυ
- παράλογος
- ανόητος
- αδιανόητο
- σπασμωδικός
- παράξενος
- παράξενος
- τρελός
- τρελός
- τρελός
- τρελός
- ανοησία
- τρελός
- κλώνος
- ανόητος
- απίστευτος
- απίθανος
- μη ρεαλιστικό
- ανόητος
- τρελός
- ασθενής
- περίεργος
- Τρελός
- απλοϊκός
Nearest Words of for the birds
Definitions and Meaning of for the birds in English
for the birds
any of a class of warm-blooded egg-laying vertebrate animals with the body covered with feathers and the forelimbs modified as wings, worthless, ridiculous, the young of a feathered vertebrate, dismissal from employment, a man-made object (such as an aircraft, rocket, or satellite) that resembles a bird especially by flying or being aloft, to observe or identify wild birds in their habitats, a hissing or jeering sound expressive of disapproval, girl, to observe or identify wild birds in their natural environment, shuttlecock, birdie sense 2, a game bird, fellow, any of a class (Aves) of warm-blooded vertebrates distinguished by having the body more or less completely covered with feathers and the forelimbs modified as wings, clay pigeon, individual sense 2, fellow, a thin piece of meat rolled up with stuffing and cooked, a peculiar person, an obscene gesture of contempt made by pointing the middle finger upward while keeping the other fingers down
FAQs About the word for the birds
για τα πουλιά
any of a class of warm-blooded egg-laying vertebrate animals with the body covered with feathers and the forelimbs modified as wings, worthless, ridiculous, the
παράλογο,τρελός,γελοίος,κωμικός,χλευαστικός,φανταστικός,Φανταστικός,φαρσικός,απίστευτος,τρελός
σοβαρός,σοβαρός,επίσημος,Αξιόπιστος,λογικός,λογικός,ρεαλιστικός,λογικός,ε разумный,πιστευτός
for real => στ' αλήθεια, for good and all => για πάντα, for fair => για δίκαιο, fops => φιγουρίζες, foozles => Μπερδέματα,