Greek Meaning of surrendered (to)

παραδόθηκε (σε)

Other Greek words related to παραδόθηκε (σε)

Definitions and Meaning of surrendered (to) in English

surrendered (to)

No definition found for this word.

FAQs About the word surrendered (to)

παραδόθηκε (σε)

τηρούσε (σε),σύμφωνο με,αναβληθέν (σε),υποτελής (σε),υποχώρησε (σε),ακολούθησε,υπάκουσα,Παρατηρήθηκε,προσχωρώ (σε),συμφωνώ (με)

εξετάζω,αψήφησε,Σκηνοθετημένο,ανυπάκουσε,οδήγησε,απορριφθείς,βουρτσισμένος (μακριά),παρέλειψε,εξεγέρθηκε (ενάντια),κλείνω το μάτι (σε κάποιον)

surrendered => παραδόθηκε, surrender (to) => παραδίδομαι (σε), surreality => Υπερρεαλισμός, surprizing => εκπληκτικός, surprizes => εκπλήξεις,