Greek Meaning of breached
παραβιασμένο
Other Greek words related to παραβιασμένο
- Χρεοκοπημενος
- παραβίασε
- ραγισμένο
- παραβιάστηκε (ή παραβιάστηκε)
- προσβεβλημένος
- μεταφρασμένο
- παραβιάζω
- έσβησε
- βουρτσισμένος (μακριά)
- αψήφησε
- απολυμένος
- ανυπάκουσε
- παραβίασε
- παραμελημένος
- παραβλεπόμενος
- ξεπερασμένος
- παρέλειψε
- εξαντλημένος
- επαναστάτησαν
- αντιστάθηκε
- περιφρονημένος
- σήκωσε τους ώμους
- προσβάλλω
- απενεργοποιημένο
- κλείνω το μάτι (σε κάποιον)
- άντεξε
Nearest Words of breached
- breach of warranty => παραβίαση εγγύησης
- breach of trust with fraudulent intent => παραβίαση εμπιστοσύνης με δόλια πρόθεση
- breach of trust => Κατάχρηση εμπιστοσύνης
- breach of the peace => Κατάλυση ειρήνης
- breach of the covenant of warranty => Παραβίαση της εγγύησης
- breach of promise => παραβίαση υπόσχεσης
- breach of duty => breach of duty
- breach of contract => παραβίαση σύμβασης
- breach => παραβίαση
- brazzaville => Μπραζαβίλ
Definitions and Meaning of breached in English
breached (imp. & p. p.)
of Breach
FAQs About the word breached
παραβιασμένο
of Breach
Χρεοκοπημενος,παραβίασε,ραγισμένο,παραβιάστηκε (ή παραβιάστηκε),προσβεβλημένος,μεταφρασμένο,παραβιάζω,έσβησε,βουρτσισμένος (μακριά),αψήφησε
ακολούθησε,Παρατηρήθηκε,εξυπηρετείται,παρακολούθησε,συμμορφώθηκε (με),σύμφωνο με,άκουσε,σημαδεμένος,σημείωσε,παρατήρησε
breach of warranty => παραβίαση εγγύησης, breach of trust with fraudulent intent => παραβίαση εμπιστοσύνης με δόλια πρόθεση, breach of trust => Κατάχρηση εμπιστοσύνης, breach of the peace => Κατάλυση ειρήνης, breach of the covenant of warranty => Παραβίαση της εγγύησης,