Greek Meaning of heeded

έδωσε προσοχή

Other Greek words related to έδωσε προσοχή

Definitions and Meaning of heeded in English

Webster

heeded (imp. & p. p.)

of Heed

FAQs About the word heeded

έδωσε προσοχή

of Heed

ακολούθησε,σημείωσε,υπάκουσα,θεωρούμενος,άκουσε,άκουσε,Παρατηρήθηκε,θεωρείται,σεβαστός,κοίταζε

απολυμένος,βούρτσισε (στο πλάι ή μακριά),αψήφησε,σε έκπτωση,παραβίασε,γυάλισε (πάνω από),παραμελημένος,παρέλειψε,εξαντλημένος,περιφρονημένος

heed => Προσέχω, heebie-jeebies => ανατριχίλα, hedysarum coronarium => Αγριομηδική, hedysarum boreale => Ήδυσαρον, hedysarum => Ηδύσαρον,