Greek Meaning of ceded (to)
παραχωρηθείς (σε) [para.cho.ri.thís (se)]
Other Greek words related to παραχωρηθείς (σε) [para.cho.ri.thís (se)]
Nearest Words of ceded (to)
Definitions and Meaning of ceded (to) in English
ceded (to)
No definition found for this word.
FAQs About the word ceded (to)
παραχωρηθείς (σε) [para.cho.ri.thís (se)]
υποτελής (σε),υπέκυψε (σε),παραδόθηκε (σε),υποχώρησε (σε),παραδόθηκε (σε),αντίθετο,αντιστάθηκε,υπερασπίστηκε,Φρουρούμενος,προστατευμένο
εισέβαλε,κατακλύζω,επιδρομή,γυμνός,κατακτημένος,θρυμματισμένος,λεηλατήθηκε,κυρίαρχος,(εκστρατεύω σε),λεηλατημένος
cede (to) => παραχωρώ (σε), ceases => σταματά, cays => Κέι, caws => κράζει, caving (in) => καταρρέω,