Greek Meaning of effusive

θερμός

Other Greek words related to θερμός

Definitions and Meaning of effusive in English

Wordnet

effusive (s)

uttered with unrestrained enthusiasm

extravagantly demonstrative

Webster

effusive (a.)

Pouring out; pouring forth freely.

FAQs About the word effusive

θερμός

uttered with unrestrained enthusiasm, extravagantly demonstrativePouring out; pouring forth freely.

στοργικός,επιδεικτικός,συναισθηματικός,αγαπώντας,εξωστρεφής,απελευθερωμένος,δραματικός,εκτατικός,έντονο,Μελοδραματικός

ντροπαλός,περιορισμένος,ανασταλμένος,σεμνός,ήσυχος,κρατημένος,συγκρατημένος,συγκρατημένος,σιωπηλός,ανέκφραστος

effusion => έγχυση, effusing => εκχέουσα, effused => εξέχεε, effuse => εκχέω, effund => χύνω,