Greek Meaning of dried up
ξεραμένος
Other Greek words related to ξεραμένος
- άνυδρος
- εξασθενημένος
- εξαντλημένος
- Έρημος
- ελαττωμένος
- στραγγισμένος
- ξηρός
- ξηρός
- εξασθενημένος
- εξαντλημένος
- εξαντλημένος
- άψυχο
- μειωμένη
- δαπανηθεί
- Διψασμένος
- άνυδρος
- καταναλώνεται
- ψημένο
- χρεοκοπημένος
- άγονο
- άχαρος
- οστεώδης
- αφυδατωμένος
- έρημος
- φτωχοποιημένος
- εχθρικός
- λιγότερο
- ξερός
- άνυδρος
- σοτάρω
- ξερός
- ηλιοκαμένο
- Ακαλλιέργητο
- ακατάλληλος για καλλιέργεια
- εξαντλημένος
- οστεώδης
- νεκρός
- σκληρός
- στείρος
- φτωχός
- σκληρός
- άγονη
- μη παραγωγικός
- Απορρίματα
Nearest Words of dried up
Definitions and Meaning of dried up in English
dried up (s)
(used especially of vegetation) having lost all moisture
depleted of water
dried up
being wizened and shriveled
FAQs About the word dried up
ξεραμένος
(used especially of vegetation) having lost all moisture, depleted of waterbeing wizened and shriveled
άνυδρος,εξασθενημένος,εξαντλημένος,Έρημος,ελαττωμένος,στραγγισμένος,ξηρός,ξηρός,εξασθενημένος,εξαντλημένος
γόνιμος,καρποφόρος,πλούσιος,πολυτελής,παραγωγικός,πλούσιος,καλλιεργήσιμος,Πράσινο,δασικός,Αρόσιμη
driblets => σταγόνες, dribbles => σταγόνες, drew upon => αντλήθηκε από, drew up => συνέταξε, drew out => έβγαλε,