Greek Meaning of untillable

ακατάλληλος για καλλιέργεια

Other Greek words related to ακατάλληλος για καλλιέργεια

Definitions and Meaning of untillable in English

untillable

not able to be tilled

FAQs About the word untillable

ακατάλληλος για καλλιέργεια

not able to be tilled

άχαρος,εξασθενημένος,εξαντλημένος,ελαττωμένος,στραγγισμένος,εξασθενημένος,εξαντλημένος,εχθρικός,λιγότερο,άψυχο

γόνιμος,καρποφόρος,πλούσιος,πολυτελής,παραγωγικός,πλούσιος,καλλιεργήσιμος,Πράσινο,Αρόσιμη,δασικός

unties => λύνει, untieing => λύσιμο, unthroning => εκθρόνιση, unthroned => εκθρονισμένος, unthreads => ξεβιδώνει,