Greek Meaning of disobeying

ανυπακοή

Other Greek words related to ανυπακοή

Definitions and Meaning of disobeying in English

Webster

disobeying (p. pr. & vb. n.)

of Disobey

FAQs About the word disobeying

ανυπακοή

of Disobey

αψηφώντας,αγνοώντας,χλευαστικός,αντιστάμενο,παραβιάζοντας,απορρίπτω,αγνοώντας,μάχη,παραβίαση,αντίθετος

επόμενος,Υπάκουος,σερβίρισμα,σύμφωνοι με,σύμφωνος (με),φύλαξη,έχοντας υπόψη,παρατηρώντας,παραδίδομαι (σε),

disobeyer => ανυπάκουος, disobeyed => ανυπάκουσε, disobey => δεν υπακούω, disobeisant => ανυπάκουος, disobeisance => ανυπακοή,