Greek Meaning of obeying

Υπάκουος

Other Greek words related to Υπάκουος

Definitions and Meaning of obeying in English

Webster

obeying (p. pr. & vb. n.)

of Obey

FAQs About the word obeying

Υπάκουος

of Obey

επόμενος,παρατηρώντας,έχοντας υπόψη,σύμφωνα με,προσκολλημένος (σε),σύμφωνοι με,σύμφωνος (με),πέφτοντας με,προσμένω,παρών

απαιτητικός,αψηφώντας,ανυπακοή,αγνοώντας,κορυφαία,αρνούμαι,επαναστατώ (ενάντια),παραβίαση,σπάσιμο,Τολμηρός

obeyer => υπάκουος, obeyed => υπάκουσα, obey => υπακούω, obesity diet => Διατροφή για την παχυσαρκία, obesity => παχυσαρκία,