Greek Meaning of deterged

Απορρυπαντικό

Other Greek words related to Απορρυπαντικό

Definitions and Meaning of deterged in English

Webster

deterged (imp. & p. p.)

of Deterge

FAQs About the word deterged

Απορρυπαντικό

of Deterge

καθαρισμένος,αποδείχτηκε,βουρτσισμένο,Καθαρισμένο,ξεπλυμένο,καθαρίστηκε,πλυμένο,σκουπισμένο,φωτεινός,χτενισμένο

βρώμικος,λερωμένος,Στιγμένος,Λεκιασμένος,Μολυσμένο,λερωμένος,μαυρισμένος,βεβηλωμένος,Μολυσμένος,θολό

deterge => καθαρίζω, deter => αποτρέπω, detention house => Κέντρο κράτησης, detention home => αναμορφωτήριο, detention centre => Κέντρο κράτησης,