Greek Meaning of rinsed

ξεπλυμένο

Other Greek words related to ξεπλυμένο

Definitions and Meaning of rinsed in English

Webster

rinsed (imp. & p. p.)

of Rinse

FAQs About the word rinsed

ξεπλυμένο

of Rinse

Υδατώδης,υγρός,κοκκινισμένος,αρδευόμενη,πλυμένος,υγρός,εκπλύθηκε,Εμποτισμένο,λούστηκα,βαλτώδης

άνυδρος,ξηρός,άνυδρος,ανάποδες,ψημένο,Ξεκρός,αφυδατωμένος,αδιάβροχο,υδατοαπωθητικό,ανθεκτικό στο νερό

rinse off => ξεβγάζω, rinse => ξέβγαλμα, rinking => παγοδρόμιο, rinkhals => Rinkhals, rinker => rinker,