Greek Meaning of colorable
χρωματίσιμος
Other Greek words related to χρωματίσιμος
- πειστικός
- πειστικός
- Αξιόπιστος
- πιθανός
- πραγματικός
- βέβαιος
- πιστοποιημένο
- επιβεβαιωμένο
- πραγματικός
- λογικός
- επιβεβαιωμένος
- τεκμηριωμένος
- κοινός νους
- λογικός
- στερεός
- καλός
- σκληρός
- μόνο
- δικαιολογημένη
- λογικός
- λογικός
- αιτιολογημένος
- ε разумный
- νηφάλιος
- στερεός
- σίγουρα
- έγκυρος
- επικυρωμένος
- επαληθευμένο
- βάσιμος
- ΑΛΗΘΙΝΟΣ
Nearest Words of colorable
Definitions and Meaning of colorable in English
colorable
intended to deceive, seemingly valid or genuine, having an appearance of truth, validity, or right
FAQs About the word colorable
χρωματίσιμος
intended to deceive, seemingly valid or genuine, having an appearance of truth, validity, or right
πειστικός,πειστικός,Αξιόπιστος,πιθανός,πραγματικός,βέβαιος,πιστοποιημένο,επιβεβαιωμένο,πραγματικός,λογικός
αβάσιμος,παράλογος,άκυρος,παράλογος,μη ορθολογικός,ανοησία,Αβάσιμος,απληροφόρητος,Αδικαιολόγητο,παράλογος
colophons => κολοφώνες, colonizing => αποικιοκρατία, colonizes => αποικίζει, colonizers => αποικιοκράτες, colonists => Αποικιστές,