FAQs About the word colorant

Χρωστική ουσία

a substance used for coloring a material

χρώμα,Χρωματισμός,βαφή,Χρωστική,βαφή,κηλίδα,Απόχρωση,σκιά,Απόχρωση,απόχρωση

No antonyms found.

colorable => χρωματίσιμος, colophons => κολοφώνες, colonizing => αποικιοκρατία, colonizes => αποικίζει, colonizers => αποικιοκράτες,