Greek Meaning of carrying through

φέρω μέσα

Other Greek words related to φέρω μέσα

Definitions and Meaning of carrying through in English

carrying through

carry out, persist, survive

FAQs About the word carrying through

φέρω μέσα

carry out, persist, survive

κρατώντας,κρατώντας,Τήρηση,διαμονή,προσκόλληση,επιζώντες,μόνιμος,ανθεκτικός,διαρκής,επίμονος

Πεθαίνει (κάτω),χαλαρώνω,μειούμενου,κλείσιμο,τελικός,ετοιμοθάνατος,άμπωτης,τέλος,φινίρισμα,μετριαστικός

carrying the day => μεταφέροντας την ημέρα, carrying on => συνεχίζοντας, carrying off => μεταφορά, carrying charges => Δαπάνες μεταφοράς, carrying away => παίρνοντας μακριά,