Greek Meaning of biding
υποβάλλοντας προσφορά
Other Greek words related to υποβάλλοντας προσφορά
Nearest Words of biding
Definitions and Meaning of biding in English
biding (p. pr. & vb. n.)
of Bide
biding (n.)
Residence; habitation.
FAQs About the word biding
υποβάλλοντας προσφορά
of Bide, Residence; habitation.
μόνιμος,συνεχόμενος,ανθεκτικός,κρατώντας,Τήρηση,διαρκής,επίμονος,επίμονος,υπολειπόμενο,διαμονή
μειούμενου,κλείσιμο,τελικός,ετοιμοθάνατος,Πεθαίνει (κάτω),άμπωτης,τέλος,φινίρισμα,χαλαρώνω,μετριαστικός
bidigitate => δισδάκτυλος, bidet => μπιντές, bidentate => διδόντι, bidental => bidental, bident => δύο δόντια,