Greek Meaning of surviving
επιζώντες
Other Greek words related to επιζώντες
- Κομμένος η ανάσα
- κρύος
- νεκρός
- αποθανών
- καταργημένος
- αποθανών
- ετοιμοθάνατος
- ληγμένο
- ξεθώριασμα
- Αβίο
- άψυχο
- άψυχο
- απών
- κοιμισμένος
- εξαφανισμένος
- τελειωμένος
- φανταστικός
- πήγε
- χαμένος
- Πεθαμένος
- ανύπαρκτος
- ξεκούραστος
- νεκρογενής
- λήξη
- εξαφανίστηκε
- άγονο
- Έρημος
- Πεσμένος
- φαντασμαγορικός
- λήγειν
- νεκρός
- αναπαυόμενος
- εξαλειφθεί
- φαντασμαγορικός
- σαν ζόμπι
Nearest Words of surviving
- survive => επιβιώνω
- survivalist => επιζών
- survival of the fittest => Επιβίωση του ισχυρότερου
- survival => επιβίωση
- surveyor's level => επίπεδον
- surveyor's instrument => Όργανο επιθεώρησης
- surveyor => επιμετρητής
- surveying instrument => Όργανο επιθεώρησης
- surveying => τοπογραφία.
- survey mile => Μίλι έρευνας
Definitions and Meaning of surviving in English
surviving (s)
still in existence
FAQs About the word surviving
επιζώντες
still in existence
ενεργός,τρέχων,υπάρχον,υπαρκτό,υφιστάμενος,πηγαίνω,επικρατούσας,ακμάζων,κινούμενη,αναπνοή
Κομμένος η ανάσα,κρύος,νεκρός,αποθανών,καταργημένος,αποθανών,ετοιμοθάνατος,ληγμένο,ξεθώριασμα,Αβίο
survive => επιβιώνω, survivalist => επιζών, survival of the fittest => Επιβίωση του ισχυρότερου, survival => επιβίωση, surveyor's level => επίπεδον,