Greek Meaning of residual
υπολειπόμενο
Other Greek words related to υπολειπόμενο
- υπόλειμμα
- τέχνημα
- θραύσμα
- Περίσσευμα
- Περίσσευμα
- υπόλοιπο
- υπόλειμμα
- ανάπαυση
- Επίπεδο
- επίγευση
- ισορροπία
- τσιπ
- πτώμα
- Ηχώ
- περίσσεια
- αποτσίγαρο
- λίπος
- νιφάδα
- φάντασμα
- Χανγκόβερ
- υπολείμματα
- ενθύμιο
- υπόλοιπα
- ψιλοπράγματα
- υπεραφθονία
- υπερχείλιση
- υπερπροσφορά
- επιλογές
- κομμάτι
- αρνούμαι
- το υπόλοιπο
- ανάμνηση
- υπενθύμιση
- σκραπ
- τεμαχίζω
- θραύσμα
- Αγκάθι
- κούτσουρο
- κούτσουρο
- Αφθονία
- περιττότητα
- περίσσεια
- πλεόνασμα
- κουρέλι
- ίχνος
- ίχνος
- οι φέσεις
- λείψανα
- ξυστά
Nearest Words of residual
Definitions and Meaning of residual in English
residual (n)
something left after other parts have been taken away
(often plural) a payment that is made to a performer or writer or director of a television show or commercial that is paid for every repeat showing
residual (a)
relating to or indicating a remainder
residual (a.)
Pertaining to a residue; remaining after a part is taken.
residual (n.)
The difference of the results obtained by observation, and by computation from a formula.
The difference between the mean of several observations and any one of them.
FAQs About the word residual
υπολειπόμενο
something left after other parts have been taken away, (often plural) a payment that is made to a performer or writer or director of a television show or commer
υπόλειμμα,τέχνημα,θραύσμα,Περίσσευμα,Περίσσευμα,υπόλοιπο,υπόλειμμα,ανάπαυση,Επίπεδο,επίγευση
σώμα,χύμα,μάζα,τα περισσότερα,βάρος,κύριος,ολόκληρος
residing => διαμένοντας, resider => κάτοικος, residentship => διαμονή, residentiaryship => Κατοικία, residentiary => κατοικίας,