Greek Meaning of carry-on
χειραποσκευές
Other Greek words related to χειραποσκευές
- βαλίτσα
- σακίδιο
- χαρτοφύλακας
- Τσάντα μεταφοράς
- Τσάντα χεριού
- ταξιδιωτική βαλίτσα
- αποσκευές
- βαλίτσα
- πορτοφόλι
- τσάντες
- αποσκευές
- Ταξιδιωτική τσάντα
- Ταξιδιωτική τσάντα
- λαβή
- σακίδιο
- κιτ
- Σάκος για εργαλεία
- σακίδιο πλάτης
- Τσάντα ταξιδιού
- Βαλίτσα χειρός
- σακίδιο
- σακίδιο
- ταξιδιωτική τσάντα
- βαλίτσα
- Σαββατοκύριακο
- Ακόλουθος
- χαρτοφύλακας
- βαλίτσα
- Σακβουαγιάζ
Nearest Words of carry-on
- carrying weight => Φέρουσα ικανότητα
- carrying through => φέρω μέσα
- carrying the day => μεταφέροντας την ημέρα
- carrying on => συνεχίζοντας
- carrying off => μεταφορά
- carrying charges => Δαπάνες μεταφοράς
- carrying away => παίρνοντας μακριά
- carry-cot => Πορτ-μπεμπέ
- carryalls => ταξιδιωτικές τσάντες
- carry the torch (for) => κρατώ τη δάδα (για)
Definitions and Meaning of carry-on in English
FAQs About the word carry-on
χειραποσκευές
βαλίτσα,σακίδιο,χαρτοφύλακας,Τσάντα μεταφοράς,Τσάντα χεριού,ταξιδιωτική βαλίτσα,αποσκευές,βαλίτσα,πορτοφόλι,τσάντες
Πράξη,αρκούδα,συμπεριφορά,υπακούω,παραιτούμαι,απαλλάσσω,έλεγχος,συλλέγω,συμμορφώνομαι,συνθέτω
carrying weight => Φέρουσα ικανότητα, carrying through => φέρω μέσα, carrying the day => μεταφέροντας την ημέρα, carrying on => συνεχίζοντας, carrying off => μεταφορά,