Greek Meaning of anoretic

ανορεξικός

Other Greek words related to ανορεξικός

Definitions and Meaning of anoretic in English

anoretic

an anorectic agent, lacking appetite, anorexic, causing loss of appetite, anorexic sense 2

FAQs About the word anoretic

ανορεξικός

an anorectic agent, lacking appetite, anorexic, causing loss of appetite, anorexic sense 2

Ανορεξικός,αδύνατος,αδύνατος,ταλαιπωρημένος,σκελετικός,γωνιακός,πτωματώδης,ψηλόλιγνος,Λιγερός,πενιχρός

γεροδεμένος,ογκώδης,παχουλός,χοντρός,κορpulεντ,λίπος,Σαρκώδης,αηδιαστικός,βαρύς,παχύσαρκος

anodynes => παυσίπονα, annunciations => ανακοινώσεις, annunciates => ανακοινώνει, annuls => ακυρώνει, annulets => δακτυλίδια,